ΑΥΓΗ

09/01/2005

 

>Αγγελική Φωτοπούλου

 

Γ λ ώ σ σ α:  Υ π ο κ ε ί μ ε ν ε ς   κ α ι   υ π ε ρ κ ε ί μ ε ν ε ς   δ ι α π λ ο κ έ ς

«Η γλώσσα είναι μαζί η φωνή της μάνας και το μητρικό σώμα. Είναι το στοιχείο που έκανε τον άνθρωπο, στην πορεία της εξέλιξής του, από ζώο άνθρωπο, αυτό που τον ορίζει ως ανθρώπινη υπόσταση». Έτσι απαντάει ο Αναστάσιος-Φοίβος Χριστίδης, στην
ερώτηση «τι είναι γλώσσα;» (Αυγή, 2-12-2001) και μ' αυτό τον τρόπο συνοψίζει την διττή πραγματικότητα του γλωσσικού φαινομένου. Γλώσσα δηλαδή είναι και τα σημεία που συνδυαζόμενα μεταξύ τους αποτελούν την δομημένη μορφή γλωσσικής επικοινωνίας αλλά γλώσσα είναι και το βιωματικό, το άλεκτον, αυτό που βρίσκεται στις παρυφές της δομημένης γλώσσας, όπως είναι τα δάκρυα, οι κραυγές, οι αναστεναγμοί.
Αυτή την διττή πραγματικότητα έβαλε ο Χριστίδης ως κέντρο των εργασιών του, προσπαθώντας κάθε φορά μέσα από τολμηρές διεπιστημονικές προσεγγίσεις να ανιχνεύσει τον προτασιακό λόγο, και ταυτοχρόνως να φέρει στην επιφάνεια αυτό που βρίσκεται πίσω και πέρα απ' αυτόν, δηλαδή την αποτύπωση της συγκινησιακής βίωσης στο σώμα της γλώσσας.

Ο Α.-Φ. Χριστίδης πέθανε στις 26 Δεκεμβρίου από ανακοπή καρδιάς σε ηλικία 58 ετών. Με σπουδές στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσ/κης (ΑΠΘ) και το Κέμπριτζ, καθηγητής της γλωσσολογίας στην Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ, μέλος του ΔΣ του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας και διευθυντής του οικείου τμήματος Γλωσσολογίας.

Δεν υπήρξε αυτό που λέμε «πολυγραφότατος» αλλά οι εργασίες του, και γενικότερα οι θέσεις του περί γλώσσας, και μεγάλη επιρροή στον χώρο της γλωσσολογίας είχαν και αποτελούν κλασικές πλέον γλωσσολογικές αναφορές. Στο ενεργητικό του τρία βιβλία:
Γλώσσα, πολιτική, πολιτισμός (εκδ. Πόλις), Γλώσσα, γλώσσες στην Ευρώπη (εκδ. Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας), Όψεις της γλώσσας (εκδ. Νήσος), πολλές δημοσιεύσεις σε ελληνικά και ξένα επιστημονικά περιοδικά, συμμετοχή σε συλλογικά βιβλία, όπως Η Ιστορία της ελληνικής γλώσσας, σημαντικού έργου, του οποίου ήταν και επιστημονικός υπεύθυνος.

Θεωρώ απαραίτητη την συστηματική και σχολιασμένη εργογραφία του η οποία βέβαια δεν μπορεί να γίνει σε μια τόσο σύντομη παρουσίαση.

Όπως είπα και προηγουμένως, ο Χριστίδης αντιμετώπιζε το γλωσσικό φαινόμενο ολιστικά κι αυτό το στοιχείο διαπερνά όλες τις επιμέρους εργασίες του. Όταν ενδιαφέρεται για τις κλασικές γλώσσες, η συγχρονία και η διαχρονία διαπλέκονται στο έργο του (χαρακτηριστικό παράδειγμα η δημοσίευση του Αρχαίο ελληνικό σώζω - νέο ελληνικό σώνω: όψεις της σημασιολογικής αλλαγής (1987), Πρακτικά 8ου Συνεδρίου της Θεσσαλονίκης). Όταν πάλι ενδιαφέρεται για την σημασιολογία, η σύνταξη και η σημασιολογία συναντώνται στις δημοσιεύσεις του (δεκαετία του 80), τις οποίες θεωρώ πλέον κλασικές αναφορές για τα θέματα που πραγματευόταν. Σημειώνω ενδεικτικά: Ότι/πως - που: Επιλογή δεικτών συμπληρωμάτων στα νέα ελληνικά (1981), Παρατηρήσεις στη σύνταξη των αισθήσεως σημαντικών της ΝΕ (1983), Το μόρφημα «που» σαν αναφορικός δείκτης (1986).

Θα μείνω λίγο περισσότερο σ' αυτές τις τρεις εργασίες. Δεν υπήρξα φοιτήτριά του, ούτε καν «ομοϊδεάτις» του. Ήμουν της αρχής ότι η γλώσσα προσεγγίζεται μέσα από αυστηρούς γραμματικούς (σύνταξη) και λεξικούς μηχανισμούς. Παρ' όλα αυτά, οι εργασίες αυτές μου άνοιξαν κάποιους άλλους δρόμους σκέψης και, το κυριότερο, με βοήθησαν, χωρίς να απαρνηθώ το θεωρητικό μοντέλο με το οποίο δούλευα, να μην είμαι «σκληροπυρηνική».

Κοινό στοιχείο και των τριών αυτών εργασιών η ενδελεχής και πολυεπίπεδη ανάλυση των θεμάτων, είτε πρόκειται για τις ρηματικές δομές που επιλέγουν το ότι/πως συμπλήρωμα (νομίζω ότι/πως, ξεχνώ ότι/πως, ...) σε αντιδιαστολή με τις ρηματικές δομές που επιλέγουν τα που συμπληρώματα (στο πρώτο άρθρο), είτε πρόκειται για κάποιες σημασιολογικές και συντακτικές ιδιότητες που αφορούν στα ρήματα όπως το βλέπω... (τον είδα να φεύγει, τον είδα που έφευγε…), είτε τέλος στο τρίτο άρθρο όταν αναφέρεται στην λειτουργία του που σαν ένα οριστικό προτασιακό άρθρο (λυπάμαι που έφυγε) σε αντιδιαστολή με τα λεξικά άρθρα ο, η, το.

Ο Χριστίδης υποστήριζε, ήδη από το 1983 εν μέσω έξαρσης της νέας σύνταξης και των φορμαλιστικών γραμματικών, ότι η φορμαλιστική σύνταξη, παρά το κύρος που φαίνεται να της δίνει η «αυστηρότητα» των διατυπώσεών της, δεν φωτίζει το φαινόμενο γλώσσα. Και γι' αυτό πολύ γρήγορα θέματα όπως η μεταφορά, η πολυσημία, η γλώσσα της μαγείας, ζητήματα δηλαδή που σχετίζονται με την πρωτεϊκή ανάγκη για την υπέρβαση της γλώσσας, αποτελούν άξονες των ερευνητικών του ενδιαφερόντων.

«Η μαγική χρήση της γλώσσας δεν είναι περιθωριακή», υποστηρίζει, «αλλά οριακή και σαν τέτοια εξαιρετικά διαφωτιστική για το γενικότερο ζήτημα της φύσης της γλώσσας με τον ίδιο τρόπο που είναι διαφωτιστικές άλλες οριακές χρήσεις της γλώσσας (ποιητική χρήση, παθολογικές διαταραχές του λόγου...)». Το πλέον πρόσφατο βιβλίο του Όψεις της γλώσσας σ' αυτές ακριβώς τις εκφάνσεις του γλωσσικού φαινομένου αναφέρεται και ομολογώ ότι και το βιβλίο αλλά και παλαιότερα άρθρα του στα Πρακτικά των Συνεδρίων της Θεσσαλονίκης είναι οργανωμένα και τεκμηριωμένα, με τέτοιο τρόπο που κάνει ακόμη και έναν μη κοινωνό (τουλάχιστον σε όλα τα σημεία) των θέσεών του αυτών, όπως εγώ, να θαυμάζει το εύρος και τη δύναμη (rigueur) των αναλύσεών του.

Η κοινωνική διάσταση είναι επίσης ένα στοιχείο που ποτέ δεν διέφυγε από τον Τάσο Χριστίδη. Στις κατά καιρούς «πολεμικές» του επιφυλλίδες δεν διστάζει να συγκρουστεί με όλες τις εθνικοπατριωτικές, μεγαλοϊδεατικές αλλά στην ουσία φοβικές αντιλήψεις που διέπουν συχνά τον σύγχρονο διάλογο (;) για την ελληνική γλώσσα. Δεν έπεσε όμως ποτέ και στο άλλο άκρο της άκριτης και συχνά ανιστόρητης αντίληψης που ισοπεδώνει τα πάντα, ενώ δεν κατανοεί και δεν ερμηνεύει τις φοβικές αυτές αντιδράσεις.

Θεωρεί δηλαδή ο Χριστίδης, ότι το αδειανό σεφερικό πουκάμισο δεν είναι και τόσο άδειο. Οι διαμάχες για την γλώσσα εξέφραζαν και θα εκφράζουν πάντα τις κοινωνικές αντιθέσεις και όσο αυτές οι αντιθέσεις θα είναι έντονες, τόσο θα καθρεφτίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και στις διαμάχες για την γλώσσα.

Ναι, νομίζω ότι χάσαμε ένα σπουδαίο διανοητή.